χʹ=600; χ͵=600000
- χαίρω
- χάλαζα
- χαλάω
- χαλεπός
- χαλιναγωγέω
- χαλινός
- χάλκεος
- χαλκεύς
- χαλκηδών
- χαλκίον
- χαλκολίβανον
- χαλκός
- χαμαί
- χαρά
- χάραγμα
- χαρακτήρ
- χάραξ
- χαρίζομαι
- χάριν
- χάρις
- χάρισμα
- χαριτόω
- χάρτης
- χάσμα
- χεῖλος
- χειμάζομαι
- χείμαῤῥος
- χειμών
- χείρ
- χειραγωγέω
- χειραγωγός
- χειρόγραφον
- χειροποίητος
- χειροτονέω
- χεῖρον
- χείρων
- χήρα
- χθές
- χιλιάδες
- χιλίαρχος
- χίλιοι
- χιτών
- χιών
- χλαμύς
- χλευάζω
- χλιαρός
- χλωρός
- χξϛ
- χοῖκός
- χοῖνιξ
- χοῖρος
- χολάω
- χολή
- χόος
- χορηγέω
- χορός
- χορτάζω
- χόρτασμα
- χόρτος
- χράομαι
- χράω
- χρεία
- χρεωφειλέτης
- χρή
- χρῄζω
- χρῆμα
- χρηματίζω
- χρηματισμός
- χρήσιμος
- χρῆσις
- χρηστεύομαι
- χρηστολογία
- χρηστός
- χρηστότης
- χρίσμα
- χρίω
- χρονίζω
- χρόνος
- χρονοτριβέω
- χρύσεος
- χρυσίον
- χρυσοδακτύλιος
- χρυσόλιθος
- χρυσόπρασος
- χρυσός
- χρυσόω
- χρώς
- χωλός
- χώρα
- χωρέω
- χωρίζω
- χωρίον
- χωρίς
- χῶρος